ΠΟΘΟΣ ΚΑΙ ΠΑΘΟΣ 5
ΠΟΘΟΣ και ΠΑΘΟΣ 5
«Ε, κοπελιά!
Δεν υπάρχει κανείς γιατρός εδώ;»
Ρώτησε ο πενηντάρης ασθενής που είχε ένα «σφίξιμο στο στήθος» και πέρασε την Βίκυ γιά νεαρή νοσηλεύτρια.
Προφανώς ήθελε να δει ένα γιατρό που να μοιάζει σαν ένας σοβαρός αξιοσέβαστος γιατρός.
Ήθελε να δεί ένα σοβαρό μεσήλικα άνδρα γιατρό, με γκρίζους κροτάφους και γυαλιά με χρυσό σκελετό.
Εκείνο το πρωινό καθόταν η Βίκυ στα ΤΕΠ νοσοκομείου, μόνη της, και προσπαθούσε να αντιμετωπίσει τα επείγοντα περιστατικά.
Τα επείγοντα που, συνήθως, δεν ήταν επείγοντα.
Τους ασθενείς ή , καλύτερα, τους υποψήφιους για εξέταση.
Όλοι περνουσαν απο τα ΤΕΠ…αν και είχαν χρόνια -ή και ανύπαρκτα- οργανικά προβλήματα:
είχαν πχ ψυχολογικής φύσεως ενοχλήματα.
Μόλις άκουσε το «κοπελιά» η Βίκυ, της ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι από θυμό.
Άκου «κοπελιά»!
Αυτή?
…μιά σοβαρή, αξιοπρεπής και κυριλέ, νεαρή ιατρός!
Βλέπει το όνομα του στο χαρτί της γραμματείας:
Χαράλαμπος Παπαράς.
Τον κοίταξε με σταθερό αποφασιστικό βλέμμα:
«Κυριακίδου λέγομαι… καλημέρα σας, είμαι η εφημερεύουσα γιατρός κύριε Παπάρα», είπε τονίζοντας επίτηδες λάθος το όνομα του ασθενή.
Έπρεπε να του πάρει τον αέρα από την αρχή.
Αλλά το βασικό ήταν να ξεκαθαρίσει γρήγορα αν ήταν πραγματικά επείγον περιστατικό, αφού τα περισσότερα περιστατικά των ΤΕΠ δεν ήταν πραγματικά επείγοντα.
Αυτό ήταν καλό γιά την Βίκυ γιατί, αν όλα ήταν πραγματικά επείγοντα, η Βίκυ θα τα είχε παίξει μην ξέροντας τι να πρωτοκάνει:
ποιον να προσέξει περισσότερο και πως να διαχειριστεί το άγχος που της προκαλούσε το πραγματικά επείγον.
Πολλά περιστατικά ήταν κοινές λοιμώξεις του αναπνευστικού από ημερών ή από εβδομάδος, οσφυαλγίες, πονοκέφαλοι, ζαλάδες.
Η Βίκυ είχε ανασφάλεια γιατί έπρεπε να ξεχωρίζει ποια είναι πραγματικά επικίνδυνα περιστατικά και χρήζουν άμεσης διερεύνησης και ποια είναι λιγότερο επείγοντα -ή και καθόλου επείγοντα - και τα οποία θα μπορούσε να παραπέμψει στα τακτικά ιατρεία για να τα δουν οι ειδικευμένοι γιατροί.
Αλλά… ποιοι γιατροί;
Σάμπως υπήρχαν και αρκετοί ειδικευμένοι γιατροί?
….και από αυτούς που υπήρχαν… ήταν όλοι αξιόπιστοι?
… ή έδειχναν όλοι το απαιτούμενο ενδιαφέρον?
Άλλοτε υπήρχε καρδιολόγος και, άλλοτε, δεν υπήρχε.
Άλλοτε υπήρχε παθολόγος και, άλλοτε, δεν υπήρχε.
Άλλοτε υπήρχε ο ορθοπαιδικός και, άλλοτε, είχε ρεπό ή άδεια.
Το ίδιο και ο παιδίατρος, ο γυναικολόγος ή ο ΩΡΛ.
Γενικά υπήρχε μία δυσκολία να παραπέμψει τον άρρωστο στο γιατρό που έπρεπε, κατά την κρίση της, να πάει για εξέταση.
Ασε που δεν μπορούσε να είναι ποτέ σίγουρη για ένα περιστατικό αν μπορεί να περιμένει -μέρες ή εβδομάδες- και ότι δεν θα στραβώσει στο διάστημα της αναμονής.
Αν στράβωνε , θα έβρισκε τον μπελά της.
Οι περισσότεροι επιμελητές ήταν αλαζόνες και μαλάκες και έκαναν κριτική με ύφος λες και ήταν καθηγητές.
Εκ των υστέρων, βέβαια, όλοι κάνουν εύκολη κριτική:
«ο καλύτερος γιατρός είναι ο τελευταίος», λέει το γνωστό ρητό…
…δηλαδή όταν έχει εξελιχθεί το περιστατικό και είναι εμφανής η διάγνωση.
«Καλά… μα, δεν τον είδες τον άρρωστο πως δεν ήταν καλά;
Πως δεν αξιολογησες ότι είχε κακουχία, πυρετό, πονοκέφαλο και υπνηλία;
Φως φανάρι ότι είναι μηνιγγίτιδα!»
Κάθε μαλάκας κάνει τον έξυπνο εκ των υστέρων.
Μπορούσε και η Βίκυ να πεί ένα σωρό πράγματα γιά τις «πατάτες» διαγνώσεις που είχε δει να κάνουν όλοι αυτοί οι μαλάκες.
Αλλά δεν το έκανε: ήταν μικρή…και θα εθεωρείτο εξαιρετική ασέβεια και πρόκληση.
Η ιατρική είχε πάντα μια σκληρή , αόρατη ιεραρχία:
όποιος την παραβιάζει χωρίς να έχει πλάτες, βρίσκει τον μπελά του.
Αλλά και η ίδια ένιωθε τις δυνάμεις της υπερβολικά λίγες γι’ αυτό που έκανε.
Για παράδειγμα δεν ήξερε να διαβάζει σχεδόν καθόλου ηλεκτροκαρδιογράφημα.
Της φαινόταν απλά μιά στραβή γραμμή.
Έκανε όμως ότι ξέρει κάτι και το κοιτούσε προσπαθώντας να μαντέψει, κυρίως από το ρυθμό, αν υπήρχε κάποια διαταραχή.
Δεν ήξερε να διαβάζει ούτε απλές ακτινογραφίες.
Για αξονικές, ούτε λόγος.
Γιά να καλύψει το κενό γνώσης και για να νιώσει πιό ασφαλής , έδινε ένα σωρό διαγνωστικές εξετάσεις αίματος .
Αυτό το είχαν καθιερώσει και οι ειδικευμένοι : σε όλους σχεδόν τους ασθενείς, έδιναν ένα κατεβατό εξετάσεις αίματος…οπότε, αν υπήρχε κάποια παθολογική τιμή, έδιναν προσοχή και παρέπεμπαν στο γενικό ή ειδικό γιατρό.
Το έκαναν και από ανασφάλεια για να έχουν να λένε δικαιολογίες στα δικαστήρια ότι έκαναν σωστό έλεγχο του ασθενούς:
ότι η κακή πορεία του ήταν μη προβλέψιμη.
Μαλακίες.
Η ιατρική είχε γίνει φοβική και γραφειοκρατική…πολύ διαφορετική από την «στυλάτη» και «ντιζαινάτη» ιατρική που ήθελε η Βίκυ.
Αλλά και οι ασθενείς είχαν συμμετοχή στην δυσλειτουργία των ΤΕΠ: ήταν αλαζόνες, ανυπόμονοι, κακομαθημένοι και αγενείς, όπως ο Παπαράς.
Και ξερόλες.
Όσο φοβόταν.
Αν δεν φοβόταν , πούλαγαν μαγκιά.
Πάντως, η Βίκυ είχε διαπιστώσει ότι τα ΤΕΠ είναι ίσως ο μόνος χώρος που ο Έλληνας γιατρός είναι αρκετά σεβαστός .
Είναι ο μόνος χώρος που ο ασθενής -επειδή υποφέρει και φοβάται - θα ακούσει το γιατρό, προσεκτικά .
Εκτός ΤΕΠ , ο ίδιος ασθενής, θα πει πως «δεν πιστεύει στα φάρμακα», πως «ξέρει τί έχει» ...γιατί «γνωρίζει τον οργανισμό του» και, απλά «θέλει μιά μαγνητική», για να «τσεκάρει» ότι «όλα είναι καλά».
Γενικά η Βίκυ είχε την αίσθηση ότι την είχαν βάλει εκεί γιά να βγάζει τη λάτζα των ΤΕΠ του νοσοκομείου στις εφημερίες αλλά και για να αναλαμβάνει μία ευθύνη υπερβολικά μεγάλη για το μπόι της και που δεν της αναλογούσε.
Στην ουσία οι ειδικευμένοι γιατροί μετέφεραν την ευθύνη από τους δικούς τους ώμους στους δικούς της, για να μπορέσουν μα ελαττώσουν το ρίσκο:
τα γνωστά κόλπα που κάνουν οι επιμελητές και οι διευθυντές.
Αλλά δεν ήταν μόνο η ευθυνοφοβία για το ιατρικό ρίσκο και τις πιθανές νομικές συνέπειες μιας λανθασμένης διάγνωσης ή μιας παράλειψης των γιατρών, το πρόβλημα:
ήταν και η προβληματική σχέση με τους ασθενείς.
Η Βίκυ δεν ήταν κανένα αφελές κοριτσάκι που αγνοεί ή παρερμηνεύει τα υπόγεια κοινωνικά μηνύματα :
η διετής εκπαίδευσή της στην ψυχιατρική την είχε κάνει ευαίσθητη στην αποκωδικοποίηση των συμπεριφορών των ασθενών.
Ήξερε ότι οι ασθενείς έχουν μεταβαλλόμενη διάθεση :
άλλοτε είναι φοβισμένοι και άλλοτε οργισμένοι με τους γιατρούς.
Συχνά, είναι και τα δυό.
Οι γιατροί είχαν πλέον πάψει να έχουν την συμπάθεια και την εμπιστοσύνη της κοινωνίας.
Τα αισθήματα των ασθενών προς τους γιατρούς ήταν , όπως λενε στην ψυχιατρική, «αμφιθυμικά», δηλ αισθήματα αγάπης - μίσους.
Ο προς εξέταση πενηντάρης ασθενής, ο κύριος Παπαράς, κοκκίνησε και αυτός από τον θυμό του, μόλις άκουσε ότι η Βίκυ τον αποκάλεσε «κύριο Παπάρα».
«Παπαράς , γιατρέ!
Μην κακοποιείτε το όνομά μου!
Δεν βλέπετε καλά ώστε να διαβάσετε σωστά?».
Η Βίκυ διατήρησε την ψυχραιμία της.
Παρατήρησε ότι ο Παπαράς άρχισε να της απευθύνεται στον πληθυντικό.
Να μιά πρώτη μικρή νίκη.
Η «κοπελιά», τέλος.
Τώρα συναλλάσεται με την γιατρό Κυριακίδου.
Φυσικά…
….τι την είχε κάνει την διετή εκπαίδευση στην ψυχιατρική?
Κάτι τέτοιους επιθετικούς μεσήλικες φαλλοκράτες, τους είχε για πλάκα.
«Ωωωωω, με συγχωρείτε πολύ κύριε Παπαρά!
…που δεν μπόρεσα να πω σωστά το επίθετό σας!
Δυστυχώς είναι γραμμένο με κεφαλαία γράμματα!
Αλλά ας έρθουμε στο πρόβλημα!
Τι ακριβώς νιώθετε?»
Ήταν υπερτασικός και υπέρβαρος - στην ουσία χοντρός - αλλά και αγχώδης.
Είχε αυξημένη χοληστερίνη και τριγλυκερίδια.
Κάπνιζε και ένα πακέτο τσιγάρα την ημέρα.
Ένα σωρό παράγοντες κινδύνου.
Έπρεπε να είναι προσεκτική η Βίκυ.
…και με τα συμπτώματα, και με το ιστορικό, και με την συμπεριφορά της προς τον ασθενή.
Αμέσως μετάνιωσε που τον είπε Παπάρα:
το να εκνευρίζεις και να συνεριζεσαι ένα ασθενή με πιθανό οξύ καρδιαγγειακό, δεν είναι ούτε ιατρικά σωστό ούτε και ανθρώπινο.
Εξ άλλου… αν αυτός είναι ένας μαλάκας φαλλοκράτης που την είπε «κοπελιά», ο σοβαρός και ψύχραιμος επαγγελματίας της υπόθεσης, είναι αυτή, η Βίκυ.
Άρα, αυτή, έχει την ευθύνη να κρατήσει ήρεμη και σωστή στάση.
Η Βίκυ ήταν μεγαλοπιασμένη αλλά δεν ήταν ανόητη, ούτε απάνθρωπη: συμπαθούσε τους ανθρώπους και προσπαθούσε να τους βοηθήσει.
Είχε αίσθηση καθήκοντος.
Έδειχνε ενδιαφέρον για τους ασθενείς και ήταν εργατική:
δεν ήταν ούτε αδιάφορη ούτε άχρηστη.
Επίσης, προσπαθούσε και να βελτιωθεί: ρωτούσε πιό εμπειρους γιατρούς και προσπαθούσε να μάθει, ρωτώντας ή διαβάζοντας, για τα πιό σπουδαία και ύποπτα περιστατικά.
Πήρε ιστορικό.
Προσπάθησε επίμονα να διευκρινήσει αν υπήρχαν παρόμοια ενοχλήματα στο παρελθόν.
Συνυπάρχουσες παθήσεις?
Όχι
Φάρμακα?
Όχι
Νοσηλείες?
Όχι
Άγχος?
Ναι.
Ζωτικά καλά: σφύξεις, πίεση λίγο αυξημένη, θερμοκρασία καλή, οξυγόνο καλό.
Εκανε καρδιογραφημα, έστειλε βιοχημικο έλεγχο ,με καρδιακά ένζυμα βλάβης : τροπονίνη και CK-MB .
Εκανε ακτινογραφία Θώρακος.
Έστειλε το καρδιογραφημα μαζί με σύντομο σημείωμα, με Viber, στον καρδιολόγο.
Άφησε ξαπλωμένο τον ασθενή και προσπάθησε να τον καθησυχάσει κυρίως με ήρεμία στο στυλ και όχι με ήρεμα λόγια.
Το στυλ , μετράει.
Και παρακολούθηση:
τον είχε από κοντά τον χοντρό, για να μπορεί να του ρίχνει κάθε τόσο καμμιά ματιά.
Ήξερε ότι έπρεπε να είναι προσεκτική: υπήρχαν περιπτώσεις που ο έλεγχος ρουτίνας ήταν φυσιολογικός αλλά ο ασθενής είχε κάτι σοβαρό, που δεν ήταν φανερό απο την αρχή, στις εξετάσεις ρουτίνας.
Ένας άρρωστος πριν καιρό είχε διαχωριστικό ανεύρυσμα αορτής και τους είχε ξεφύγει σε πρώτη φάση.
Μόνο όταν μεγάλωσε το ανεύρυσμα και επιδεινώθηκαν τα συμπτώματα, έκαναν αξονική θώρακα με σκιαγραφικό και φάνηκε το ανεύρυσμα.
Πα-ρα-κο- λού-θη-ση!
Αυτό της έλεγε ο καρδιολόγος, που ήταν καλός και προσεκτικός.
«Σπάνια σου ξεφεύγει κάτι σημαντικό αν παρακολουθείς προσεκτικά τον ασθενή».
Αυτό το ήξερε η Βίκυ και απο την ψυχιατρική: πιό πολλή αξία είχε η σωστή εξέταση και παρακολούθηση, παρά η κουλτούρα και οι «επιστημονικούρες».
Καλός γιατρός, στην πράξη , είναι ο προσεκτικός γιατρός.
Οι εξετάσεις βγήκαν καλές, το καρδιογραφημα καλό, ο καρδιολόγος φάνηκε καθυησυχαστικός.
Η Βίκυ παρέμεινε προσεκτική:
αν και οι πρώτες εξετάσεις βγήκαν καλές κύριε Παπαρά, νομίζω ότι πρέπει να μείνετε τουλάχιστον λίγες ώρες ακόμη , για παρακολούθηση.
Θα πρέπει να νιώσετε εντελώς καλά, τα συμπτώματα να υποχωρήσουν πλήρως και να επαναλάβουμε τα καρδιακά ένζυμα και να βγούν και πάλι φυσιολογικά.
Πιθανότατα θα περάσει το απόγευμα ο καρδιολόγος να σας δεί αν και δεν εφημερεύει.
Άρα μέχρι το απόγευμα είχε το περιστατικό υπό έλεγχο.
Ο πενηντάρης μάγκας Παπαράς, ιδιοκτήτης ταβέρνας και ενοικιαζόμενων δωματίων με RBNB, αλλά και επιχειρηματίας ενοικίασης μοτοποδηλάτων και τετράτροχων ΑΤV ( Γουρούνες), ήταν ξάπλα και απόλυτα πειθαρχημένος στην Βίκυ.
Σκοτώστρες.
Παραγωγικές πηγές χρήματος και αίματος.
Ο Παπαράς κύτταζε πλέον με σεβασμό την Βίκυ.
Αυτή η μικρή… δεν ήταν μιά «κοπελιά»…
…ήταν μιά σοβαρή γιατρός που έπαιρνε αποφάσεις για το τεράστιο αλλά μισοσαραβαλλιασμένο κορμί του.
Ένα αρκετά καταπονημένο και πρόωρα γερασμένο κορμί, με μισοβουλωμένες αρτηρίες.
Η Βίκυ είχε πλέον το πάνω χέρι στον σεξιστή.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου